"Yet if hope has flown away,
In a night, or in a day,
In a vision or in none,
Is it therefore the less gone?"

-E. A. Poe

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Η Φωνή


Έχω να κοιμηθώ μέρες. Δεν μπορώ να κοιμηθώ.
Φοβάμαι.
Μένω μόνη μου. Μερικά βράδια με επισκέπτεται μια φωνή. Είναι αντρική μα είναι ήρεμη...τις περισσότερες φορές. Μου διηγήται ιστορίες από το παρελθόν. Αλλά...μερικές φορές νευριάζει και ξεσπά σε ουρλιαχτά μέσα στο κεφάλι μου. Δεν ξέρω τι είναι αυτή η φωνή, δεν την έχω ξανακούσει σε κανέναν ζωντανό.

Φοβάμαι. Τώρα τελευταία η φωνή έχει γίνει απειλητική. Με τρομάζει. Μου λέει πως είμαι όμορφη, και πώς τα όμορφα πράγματα πεθαίνουν όμορφα. Λέει πως θα ζει στο κεφάλι μου για πολύ καιρό, και τότε εγώ αρχίζω να χτυπιέμαι σαν να νομίζω ότι ξεσκίζοντας τη σάρκα μου θα φύγει από μέσα μου.
Δεν είναι στο μυαλό μου, όχι. Είναι στο κεφάλι μου!



Φοβάμαι. Τις νύχτες πρέπει να κάθομαι κάπου φωτεινά. Το σκοτάδι με τρομάζει. Νομίζω ότι τρελαίνομαι. Κάποτε, είχα διαβάσει για κάποιον που πέθανε από την αγωνία του. Κάπως έτσι θα πεθάνω και εγώ. Θα πεθάνω από φόβο....
Σιχαίνομαι το γέλιο του. Είναι υστερικό. Με τρελαίνει, δεν το αντέχω. Σφυροκοπάει στα τοιχώματα του κρανίου μου και με αφήνει σχεδόν παράλυτη, να προσπαθώ να ανασάνω.
Τώρα τελευταία έρχεται πολύ συχνά. Φαίνεται του αρέσει να με φοβίζει. Το ξέρω ότι σιγά σιγά θα με τρελάνει, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι. Μένει μέσα μου. Τρέφεται από τον πόνο και τη μιζέρια μου.



Γέρασα. Δεν έχω τις αντοχές ούτε το σθένος που είχα παλιά. Δεν μπορώ να αντισταθώ. Είμαι 30 χρονών μα έχω γεράσει. Καιρό τώρα πονάει όλο μου το σώμα και έχω εμφανίσει ρυτίδες στο πρόσωπο μου. Αυτό φταίει. Αυτός φταίει.


Βοήθησε με...δεν θα αντέξω για πολύ. Δεν θέλω να καταντήσω σαν την μάνα μου.

Βοήθησε με...διώξε την παρανοϊκή φωνή, δεν μπορώ να την ακούω άλλο. Θα με τρελάνει σου λέω, δεν θα είμαι πια αυτή που γνώρισες!

Βοήθα με! Φοβάμαι και την σκιά μου...φοβάμαι ακόμα και εσένα!

Βοήθα με! Σκότωσε με...




Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Είσαι δική μου...

"Είσαι δική μου/ γιατί σε αγάπησα, πολύ/ και δεν άφησα/ να πέσεις/ να φθαρείς/ μέσα σε κάτι/ προβλήματα/ δικά μου/ ναι, δικά μου/ γίνηκαν και αυτά.../ που ίσως άφησα/ που ίσως δάκρυσα/ σε μια ιστορία/ που άρχιζε/ και τέλειωνε/ σε κάποια αγκαλιά/ γεμάτη όνειρα/ και ξημερώματα φωτεινά.../ Είσαι δική μου/ τι κρίμα/ αλύπητα τα χρόνια/ γυρνάνε/ περνάνε/ και όλο ζητάνε/ συντροφιά/ και εσύ τώρα/ με κοιτάς.../ σαν τα χάδια σου/ γίνονται φωλιά/ και εσύ τώρα/ με κοιτάς/ σαν τα χάδια σου/ γίνονται φωτιά/ και ένα φως/ δικό μου φως..."

Γιάννης Βέλλης

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

(Inner)Voice chat

Σήμερα έχω χρόνο και όρεξη, θα γράψω! Ναι, ναι θα γράψω!!
Οκ.Να γράψω. Και τι να γράψω?
Να γράψω κάτι λιγότερο σοβαρό και κλαψομούνικο από τα προηγούμενα.
Ντάξ. Θα γράψω κάτι λιγότερο μιαουμιαου και κλααψ μπιου πιφ.
Ωραία. Θα γράψω. Θα γράψω μια ιστορία τρόμου.
Λοιπόν. Πάμε.


"Περπατούσε μόνος του. Μόνος του εκείνο το σκοτεινό και βαθυστόχαστο και βαθύ και πολύ deepιά ρε παιδί μου, βράδυ..."


Αχμου.Σοβαρέψου.


"Περπατούσε μόνος του. Μόνος του εκείνο το σκοτεινό μονοπάτι για να πάει .....στο παλάτι ΤΗΣ ΜΠΑΡΜΠΙ!"


Fuck. Οκ θα αρχίσουμε κάτι άλλο.


"Σκεφτόταν τι θα γινόταν. Τι θα μπορούσε να γίνει στην οποιαδήποτε πιθανότητα εμφανιζόταν Αυτό. Τα μάτια του είχαν μείνει χαραγμένα στη μνήμη της...και το γούνινο σωβρακάκι του Κόναν που τον προστάτευε από το κρύο όταν μοίραζε φάπες..."


Ε αι συγκεντρώσου!!!


Οκ οκ. Ψυχραιμία. Μην γράψεις ιστορία τρόμου. Γράψε...ξέρω γω, γράψε το πώς πέρασες την μέρα σου. Κάνε και λίγη πλάκα έτσι για να πείς ότι δεν έγραψες κάτι μιαουμιαου κλαψ μπίου πίφ.




Και που λέτε, προχωράς στο δρόμο και τι εμφανίζεται??
.
.
.


Τίποτα. Fail. Δεν το έχω σήμερα.
Ε αι σιχτίρι. Δεν γράφω.




Υ.Γ. Παρόλλο που πλέον δεν θεωρώ τόσο χαριτωμένες τις γάτες γιατί ώς γνωστών ο κόσμος έχει ΦΡΙΚΑΡΕΙ με αυτά τα τετράποδα η εικόνα που ακολουθεί εκφράζει ακριβώς το χαμόγελο που έψαχνα (αλλά δεν μου έκατσε).



Να και το άσχετο τραγούδι της ημέρας.
I.Am.Off.

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Mental Scream

We bow our heads in silence
As tears run down her face
The end was always violence
She falls into Male Gaze




I could never predict his acts
Nor his will, nor his power
The rest are only facts
The rest has been devoured


He didn't like the light
He never wanted love
Monstreous acts of night
The masks are on at dawn


Suffer is her middle name and pain is her disease
Razors falling down from air and no one shall be pleased
Ghosts will haunt her to her past, some skulls in to the closet
And death shall come this mighty night to come and to enclose her


"We always wish to hope for nothing
We always end up hoping for everything"


Scream in to the night, and wake up all the living
Burn your memories down and hope to help your breathing
"I shall come as when I please and take my own revenge,
No land no earth no creature, shall stop me to avenge."


Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Μα απόψε βάζω φωτιά...

"Φωτιά στις αναμνήσεις που με κρατάνε πίσω.
Φωτιά στα όνειρα, φωτιά στην ουσία, φωτία στον πόνο..
Να γίνει στάχτη, πυρανάλωμα, καμμένη σάρκα που απλώνεται στην ατμόσφαιρα.
Θα κάψω αυτό το σπίτι, αυτή τη γή, τα χωράφια που κάποτε περικύκλωναν τις προσδοκίες μου.
Τις εμπειρίες και τα μίση, τα πάθη και την αγάπη, όλα να καούν κάτω από το πύρηνο φεγγάρι.
Θάνατο θα σκορπίσω και φόβο. Αυτή η πόλη θα καεί απόψε σε πολεμικές ιαχές και αλαλαγμούς. Θα κάψω τα δάκρυα τους και τα γέλια τους ενώ θα καίω μαζί και την ζωή μου.
Το παρελθόν μου θα καταστραφεί στις φλόγες που θα τρώνε ότι σταθεί εμπόδιο στο δρόμο τους.

Μα απόψε βάζω φωτιά..."


Είπε και εξαφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι λίγο πριν τα χρυσοκόκκινα φώτα αρχίσουν να εμφανίζονται...




Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Καταραμένη Πόλη

Περπατούσα μόνος μου εκείνο το βράδυ. Σε αυτήν την καταραμένη πόλη με όλους αυτούς τους καταραμένους ανθρώπους, σε εκείνη την καταραμένη ατμόσφαιρα, αυτήν την καταραμένη ώρα.
Περνούσα έναν τυχαίο δρόμο, στον οποίο με είχε οδηγήσει το ποτό και το όπιο. Δεν με ενδιέφερε που πήγαινα, έφευγα για να ξεφύγω από την αλήθεια. Δεν είχα σημασία, δεν ήξερα τι έκανα, δεν με ένοιαζε που θα κατέληγα. Το επόμενο πρωί δεν θα θυμόμουν τίποτα.
 Η ώρα ήταν περασμένη όπως και η υπομονή μου. Έπρεπε να φύγω από την σαπίλα, την δυσωδία, την αποσύνθεσης αυτής της ψυχής. Δεν άντεχα να την βλέπω να βασανίζεται. Έπρεπε να την σκοτώσω.
Το φώς δεν μπορούσε πλέον να φιλοξενήσει την τιποτένια ύπαρξη της.
Η ηδονή  είχε πάψει να βγαίνει από τα βάθη της κραυγής της.
Τα μάτια της, δεν έκρυβαν πλέον μέσα τους την ομορφιά της.

Και εγώ νεκρός και άδειος, πεταμένο κουφάρι ζώου στο έλεος των αρπακτικών..να προχωράω προς την καταδίκη της ελευθερίας ελπίζοντας να σωθώ και να σώσω και εκείνη
Αλλά ήταν αργά.
Ένας άστεγος γέρος καθόταν στο πλάι ενός πεζοδρομείου...έτεινε το χέρι και με κοίταξε με εκείνα τα μάτια...γεμάτα μίσος.
Γνώση.

Η πόλη ήταν ήδη καταραμένη.