"Yet if hope has flown away,
In a night, or in a day,
In a vision or in none,
Is it therefore the less gone?"

-E. A. Poe

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Η κατάρα της συγγραφέως



[Γυναίκα στην σκηνή, καθισμένη σε μια καρέκλα, κοιτάει το κενό μπροστά της, χαμμένη στις σκέψεις της]

Καλώς ήρθες. Κάθισε. Βολεύεσαι? Μπράβο...ήρθες για να μιλήσουμε? Ξέρεις δεν νομίζω πώς είμαι σε θέση για την συζήτηση που θές να κάνουμε. [απάντηση αφανή άνδρα-παύση] Μάλιστα. Ναι, καταλαβαίνω. Μπορείς ελεύθερα να φύγεις. Φύγε. Σήκω.[παύση καθώς φεύγει ο αφανής άνδρας]

[Κοιτάει πίσω με την ίδια απάθεια με πρίν. Ξαναγυρνάει μπροστά το κεφάλι της και καρφώνει το βλέμμα στο ίδιο σημείο με πρίν.]

Άλλωστε εγώ θα προσποιηθώ ότι είσαι ακόμα εδώ. Γιατί είναι σκοτεινή νύχτα σήμερα και χρειάζομαι παρέα.[ Σαν να ξεμουδιάζει αρχίσει να αποκτά κίνηση και έκφραση] Τις σκοτεινές νύχτες όλοι θέλουμε κάποιον δίπλα μας. Ακόμα και αν δεν μας μιλάει, ακόμα και αν δεν μας κοιτάει. Απλά πρέπει να ξέρουμε ότι είναι εκεί. Δίπλα μας. Εγώ παλιά..πρίν σε γνωρίσω...είχα ένα μολύβι και ένα κομμάτι χαρτί. Και αν φύγεις...πάλι θα έχω ένα μολύβι και ένα χαρτί. Αλλά τώρα δεν έχεις φύγει, σωστά? [Ξανακοιτάει από εκεί που έφυγε ο αφανής άνδρας με προσμονή. Γυρνάει αρκετά λυπημένη. Σφίγγεται να μην κλάψει] Ναι, εκεί είσαι. Εκεί είσαι ακόμα, και ακόμα και αν δεν είσαι εγώ θα προσποιηθώ ότι είσαι. Και ξέρεις γιατί? Γιατί το έχω ανάγκη! Έχω ανάγκη να σε φαντάζομαι εκεί. Γιατί νομίζεις ότι σε βρήκα εξ'αρχής? Γιατί σε χρειαζόμουν..γιατί ήθελα έναν άνθρωπο.  Γιατί όλα τα αναθεματισμένα μολύβια και χαρτιά που μπορώ να βρώ δεν είναι το ίδιο! Δεν είναι εσύ! Και πώς τολμάς να φεύγεις έτσι, μια τέτοια σκοτεινή νύχτα? Πώς τολμάς να με εγκαταλείπεις όταν μου τα έχεις πάρει όλα?
Περιμένεις ότι θα κάτσω, ύσηχα, εδώ στην καρέκλα μου [κάθεται ήρεμα] και θα περιμένω να γυρίσεις? Ότι θα κοιτάω το κενό απαθής [κοιτάει το ίδιο σημείο με πρίν, απαθέστατα, όσο και πρίν] και θα μιλάω στον εαυτό μου?Και εσύ θα φεύγεις, και θα φεύγεις και εγώ θα πονάω και θα γράψω και θα σκίζω την χαρά νομίζοντας ότι θα σωθώ. Θα καταστρέφω τις αναμνήσεις μας για να γλιτώσω από το παρελθόν γιατί δεν θα το θέλω, θα με πληγώνει. Και όταν βαρεθώ να προσποιούμαι..θα βγώ στους δρόμους να σε ψάχνω? Και αν δεν σε βρώ...θα καταφύγω πάλι στα χαρτιά, στην αρρωστημένη έξαψη που σε έπιανε και εσένα με την δημιουργία, στην διαολεμένη κατάρα του Θεού να χρειάζομαι τα χαρτιά, χαρτιά και μολύβια, πόνο για να βγεί το τέρας από μέσα μου που με κατατρώει μέρα με την μέρα! Ανάθεμα σε, και το φεγγάρι απόψε είναι ολοστρόγγυλο ,και έφυγες, έφυγες χωρίς να πείς ένα γειά, χωρίς να με βοηθήσεις να το βγάλω από μέσα μου[ γρατσουνάει το στέρνο της σαν να γδέρνεται] Θεέ μου ο πόνος![κλαίει ελαφρά, πέφτει]
Και θα συνεχίσω να χρειάζομαι χαρτιά...και σκοτεινές νύχτες..και πόνο για να θρέψω την αρρώστεια μου. Θα συνεχίσω να σε φαντάζομαι κάθε βράδυ σαν να μην έφυγες ποτέ...θα συνεχίσω να σε ψάχνω σαν τρελή στους δρόμους κάθε πανσέληνο και θα φωνάζω, θα κραυγάζω με όλη μου την δύναμη για να με ακούσεις. Και το σκοτάδι θα καλύπτει κάθε σου βήμα, κάθε σου λέξη σαν να μην υπήρξες ποτέ!
Και ίσως κάποια μέρα να γυρίσεις και να διώξεις τους εφιάλτες και τις κραυγές, να διώξεις τα μολύβια, τα χαρτιά και τα ποτήρια γεμάτα με αλκόολ..να μην χρειάζονται πια, να μην τα θέλω για να ζήσω...
Και ίσως..κάποια μέρα...[σηκώνεται, αργά, συνέρχεται] να μην χρειάζεται να προσποιούμαι την παρουσία σου για να μπορώ να γράφω...[έχει κάτσει στην καρέκλα, καρφώνει για λίγο την ματιά της στο κενό και γράφει στο χαρτί που έχει πάρει από το πάτωμα]


Δεν υπάρχουν σχόλια :