Η τρέλα είναι κάτι το εντελώς υποκειμενικό. Το ίδιο και τα όνειρα. Κανείς πλέον εδώ, δεν μπορεί να ξεχωρίσει την διαφορά ονείρων και πραγματικότητας. Και είναι ,όντως, μια τόσο λεπτή γραμμή που τα χωρίζει, τόσο λεπτή που ούτε καν μπορείς να την διακρίνεις.Φίλε μου, αλήθεια σου λέω, κάθε φορά που πέφτω για ύπνο η ψυχή μου κινδυνεύει.
Να, για παράδειγμα, εχθές, ξύπνησα τα ξημερώματα ουρλιάζοντας. Ξανά το ίδιο επαναλαμβανόμενο όνειρο που μου θυμίζει την απώλεια της, ξανά η ίδια τρέλα του θανάτου και του κολασμένου γέλιου της. Ήταν ντυμένη στα άσπρα, ίδια με την μέρα του γάμου μας. Εγώ είμαι ο παρατηρητής, απλά ένας παρατηρητής που ξαφνικά μπαίνω στο σκηνικό απροειδοποίητα. Το μόνο που μπορώ να διακρίνω ξεκάθαρα είναι τα μάτια της, και ίσως λίγο το στόμα της που στάζει παχύρευστο μαύρο υγρό. Είναι φρικτό σκηνικό, λερώνει το φόρεμα της, τα άσπρα γοβάκια της, την ανθοδέσμη. Η άμμος στα πόδια της καίγεται από το υγρό και κοκκινίζει, φλεγόμενη από μίσος.
Το όνειρο ξεκινάει απαλά, με ουράνιες φωνές που με προδιαθέτουν θετικά. Μας εύχονται να ζήσουμε ευτυχισμένοι και να κάνουμε πολλούς απογόνους. Η παραλία μπροστά μου απλώνεται ήρεμη σαν λάδι, και η αγαπημένη περπατάει απαλά πάνω στην άμμο. Την κοιτάζω μόνο από πίσω, δεν μπορώ να δώ το πρόσωπο της. Και όταν φτάνει μπροστά στον ιερέα και τελειώνει το μυστήριο το κεφάλι της κάνει στροφή 180 μοιρών χωρίς να ακουστεί ο παραμικρός θόρυβος και καρφώνει την μαύρη ματιά της πάνω μου. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο η καρδιά μου σφίγγεται και ποτέ δεν προλαβαίνω να δώ παραπάνω από αυτό. Η σκηνή κόβεται στο σημείο της φλεγόμενης άμμου. Μπορώ να σου ομολογήσω όμως, ότι ποτέ δεν είδα τον γαμπρό δίπλα...ήταν πάντοτε σαν να παντρεύεται μόνη της.
Θυμάμαι και άλλα αν θέλεις να σου πώ...Όπως εκείνη την φορά που την είδα νεκρή να σηκώνεται παρασέρνοντας μαζί το σάβανο της. Σκόνη και στάχτη από το πουθενά γέμισε το νεκροταφείο και με έπνιξε. Ήταν τόσο έντονο το όνειρο που πνίγηκα και στο κρεβάτι μου. Άρχισα να βήχω και ξύπνησα κατευθείαν σαν να κατάπινα σκόνη. Την ένιωθα στο στόμα μου και στα πνευμόνια μου, να καλύπτει κάθε πόρο του κορμιού μου. Με σκότωνε από μέσα, αργά και βασανιστικά. Εκείνη με πλησίαζε αλλά δεν ξέρω αν ερχόταν απειλητικά ή φιλικά. Το πρόσωπο της ήταν γκρίζο και σαπισμένο, δεν μπορούσα να καταλάβω την έκφραση της. Μόλις έτεινε το χέρι της να με ακουμπήσει, ο οργανισμός μου δεν άντεξε και με απέσπασε βίαια από τον κόσμο των ονείρων. Νομίζω πώς εκείνη την βραδιά κινδύνευε πραγματικά η ζωή μου. Αν όχι η φυσική μου υπόσταση τότε σίγουρα η πνευματική.
Όμως τίποτα δεν συγκρίνεται με εκείνο το όνειρο. Ήταν μερικά χρόνια πίσω, όσο ήταν ακόμη εν ζωή. Θεωρητικά...βρισκόταν σε κώμμα για περίπου 20 μέρες και κοιμόμουν στην καρέκλα του νοσοκομείου δίπλα της. Δεν πρέπει να είχε περάσει πολύ ώρα αφ'ότου με είχε πάρει ο ύπνος, ζαρωμένο και κουρασμένο σε εκείνη την άβολη καρέκλα. Μια σκιά πέρασε από δίπλα μου και πάγωσε κάθε φλέββα, κάθε νεύρο στο κορμί μου. Ήταν η πιο ανατριχιαστική αίσθηση που είχα ζήσει ώς τότε. Κάθε τρίχα στο σώμα μου αντέδρασε βίαια και ένιωσα έναν οξύ πόνο στο σημείο που μάλλον με είχε ακουμπήσει η παρουσία. Άνοιξα τα μάτια μου, αλλά άπειρος ακόμα σε τέτοιες περιστάσεις δεν μπορούσα να αντιδράσω. Τα χέρια μου είχαν απλώς αγκιστρωθεί στα χέρια της καρέκλας και τα μάτια μου παρακολουθούσαν όσο η σκιά ρούφαγε όση δύναμη και ζωή είχε απομείνει στην αγάπη μου. Ρουφούσε και ρουφούσε ασημένια και κίτρινη κλωστή μέσα από το στόμα της, ενώ η ομίχλη που ήταν σχηματισμένη σαν χέρια την χάιδευε στα μαλλιά για να μην αντιστέκεται. Εκείνη...εκείνη σπάραξε για μια στιγμή και αντέδρασε, αλλά δεν κατάφερε να ξεφύγει από την λαβή του πλάσματος. Άρχισα να κλαίω από απελπισία που δεν μπορούσα να την βοηθήσω, προσπάθησα να φωνάξω αλλά τίποτα. Φωνή δεν έβγαινε πια απο τα σωθικά μου, ούτε και το στόμα μου μπορούσα να το ανοίξω. Τίποτα. Και όταν το τέρας τελείωσε με την αγάπη μου, έφυγε, το ίδιο αθόρυβα και ήσυχα όσο είχε έρθει. Τότε σηκώθηκα πάνω σαν τρελός, ανακτώντας πλέον τις αισθήσεις μου, μόνο για να συνειδητοποιήσω ότι ήταν νεκρή.
Να, και πριν μερικές εβδομάδες την ξαναείδα. Ω, το όνειρο αυτό...με...με πόνεσε πολύ. Δεν θα σου το πώ σήμερα όμως.Σε παρακαλώ, όχι απόψε.
Να, για παράδειγμα, εχθές, ξύπνησα τα ξημερώματα ουρλιάζοντας. Ξανά το ίδιο επαναλαμβανόμενο όνειρο που μου θυμίζει την απώλεια της, ξανά η ίδια τρέλα του θανάτου και του κολασμένου γέλιου της. Ήταν ντυμένη στα άσπρα, ίδια με την μέρα του γάμου μας. Εγώ είμαι ο παρατηρητής, απλά ένας παρατηρητής που ξαφνικά μπαίνω στο σκηνικό απροειδοποίητα. Το μόνο που μπορώ να διακρίνω ξεκάθαρα είναι τα μάτια της, και ίσως λίγο το στόμα της που στάζει παχύρευστο μαύρο υγρό. Είναι φρικτό σκηνικό, λερώνει το φόρεμα της, τα άσπρα γοβάκια της, την ανθοδέσμη. Η άμμος στα πόδια της καίγεται από το υγρό και κοκκινίζει, φλεγόμενη από μίσος.
Το όνειρο ξεκινάει απαλά, με ουράνιες φωνές που με προδιαθέτουν θετικά. Μας εύχονται να ζήσουμε ευτυχισμένοι και να κάνουμε πολλούς απογόνους. Η παραλία μπροστά μου απλώνεται ήρεμη σαν λάδι, και η αγαπημένη περπατάει απαλά πάνω στην άμμο. Την κοιτάζω μόνο από πίσω, δεν μπορώ να δώ το πρόσωπο της. Και όταν φτάνει μπροστά στον ιερέα και τελειώνει το μυστήριο το κεφάλι της κάνει στροφή 180 μοιρών χωρίς να ακουστεί ο παραμικρός θόρυβος και καρφώνει την μαύρη ματιά της πάνω μου. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο η καρδιά μου σφίγγεται και ποτέ δεν προλαβαίνω να δώ παραπάνω από αυτό. Η σκηνή κόβεται στο σημείο της φλεγόμενης άμμου. Μπορώ να σου ομολογήσω όμως, ότι ποτέ δεν είδα τον γαμπρό δίπλα...ήταν πάντοτε σαν να παντρεύεται μόνη της.
Θυμάμαι και άλλα αν θέλεις να σου πώ...Όπως εκείνη την φορά που την είδα νεκρή να σηκώνεται παρασέρνοντας μαζί το σάβανο της. Σκόνη και στάχτη από το πουθενά γέμισε το νεκροταφείο και με έπνιξε. Ήταν τόσο έντονο το όνειρο που πνίγηκα και στο κρεβάτι μου. Άρχισα να βήχω και ξύπνησα κατευθείαν σαν να κατάπινα σκόνη. Την ένιωθα στο στόμα μου και στα πνευμόνια μου, να καλύπτει κάθε πόρο του κορμιού μου. Με σκότωνε από μέσα, αργά και βασανιστικά. Εκείνη με πλησίαζε αλλά δεν ξέρω αν ερχόταν απειλητικά ή φιλικά. Το πρόσωπο της ήταν γκρίζο και σαπισμένο, δεν μπορούσα να καταλάβω την έκφραση της. Μόλις έτεινε το χέρι της να με ακουμπήσει, ο οργανισμός μου δεν άντεξε και με απέσπασε βίαια από τον κόσμο των ονείρων. Νομίζω πώς εκείνη την βραδιά κινδύνευε πραγματικά η ζωή μου. Αν όχι η φυσική μου υπόσταση τότε σίγουρα η πνευματική.
Όμως τίποτα δεν συγκρίνεται με εκείνο το όνειρο. Ήταν μερικά χρόνια πίσω, όσο ήταν ακόμη εν ζωή. Θεωρητικά...βρισκόταν σε κώμμα για περίπου 20 μέρες και κοιμόμουν στην καρέκλα του νοσοκομείου δίπλα της. Δεν πρέπει να είχε περάσει πολύ ώρα αφ'ότου με είχε πάρει ο ύπνος, ζαρωμένο και κουρασμένο σε εκείνη την άβολη καρέκλα. Μια σκιά πέρασε από δίπλα μου και πάγωσε κάθε φλέββα, κάθε νεύρο στο κορμί μου. Ήταν η πιο ανατριχιαστική αίσθηση που είχα ζήσει ώς τότε. Κάθε τρίχα στο σώμα μου αντέδρασε βίαια και ένιωσα έναν οξύ πόνο στο σημείο που μάλλον με είχε ακουμπήσει η παρουσία. Άνοιξα τα μάτια μου, αλλά άπειρος ακόμα σε τέτοιες περιστάσεις δεν μπορούσα να αντιδράσω. Τα χέρια μου είχαν απλώς αγκιστρωθεί στα χέρια της καρέκλας και τα μάτια μου παρακολουθούσαν όσο η σκιά ρούφαγε όση δύναμη και ζωή είχε απομείνει στην αγάπη μου. Ρουφούσε και ρουφούσε ασημένια και κίτρινη κλωστή μέσα από το στόμα της, ενώ η ομίχλη που ήταν σχηματισμένη σαν χέρια την χάιδευε στα μαλλιά για να μην αντιστέκεται. Εκείνη...εκείνη σπάραξε για μια στιγμή και αντέδρασε, αλλά δεν κατάφερε να ξεφύγει από την λαβή του πλάσματος. Άρχισα να κλαίω από απελπισία που δεν μπορούσα να την βοηθήσω, προσπάθησα να φωνάξω αλλά τίποτα. Φωνή δεν έβγαινε πια απο τα σωθικά μου, ούτε και το στόμα μου μπορούσα να το ανοίξω. Τίποτα. Και όταν το τέρας τελείωσε με την αγάπη μου, έφυγε, το ίδιο αθόρυβα και ήσυχα όσο είχε έρθει. Τότε σηκώθηκα πάνω σαν τρελός, ανακτώντας πλέον τις αισθήσεις μου, μόνο για να συνειδητοποιήσω ότι ήταν νεκρή.
Να, και πριν μερικές εβδομάδες την ξαναείδα. Ω, το όνειρο αυτό...με...με πόνεσε πολύ. Δεν θα σου το πώ σήμερα όμως.Σε παρακαλώ, όχι απόψε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου