[Νέα γυναίκα μπαίνει πονηρά μέσα. Χαζογελάει και παίζει ειρωνικά με το κοινό, σαν να είναι μεθυσμένη. Παριστάνει ότι μιλάει με άλλους ανθρώπους, και χορεύει, και γελάει δυνατά.]
Εγώ που λέτε, κάποτε άνηκα στην υψηλή κοινωνία. Οι γονείς μου ήταν πλούσιοι και χαίραν άκρας υγείας μέχρι που ΤΣΑΦ [αλλάζει η στάση στην καρέκλα, γίνεται απειλητική] όλα χάνονται με ένα τυχαίο δυστύχημα. Όλοι νομίζουν ότι για μία κορασίδα σαν και εμένα [ηρεμεί ξανά] τα πράγματα θα ήταν εύκολα, με την κληρονομιά και τα παλάτια και τις βίλλες και τους υπηρέτες και τα λεφτά, λεφτά να δούν τα μάτια σου, ολόκληρα χρηματοκιβώτια γεμάτα με λεφτά! Αλλά όχι,όχι,όχι...Τα πράγματα δεν ήταν όπως μου τα παρουσίασαν. Ο κόσμος έξω απ'ότι φαίνεται δεν είχε να μου προσφέρει καμία ασφάλεια, ήθελε μόνο να με...ρουφήξει. Να ρουφήξει τις καταθέσεις, τα ομόλογα, τα σπίτια και τα αμάξια και κάθε πιθανή σταγόνα αίματος. Ήμουν μικρή και αθώα όταν τον γνώρισα. Τα πιο υπέροχα μάτια που είχα δεί ποτέ μου. Με μάγεψε με αυτόν τον ελεύθερο σαγηνευτικό τρόπο που έχουν όλοι εκείνοι οι αλήτες στους δρόμους. Υποσχέθηκε αγάπη, οικογένεια, ψυχική γαλήνη και ηρεμία. Ξεκινήσαμε να συμβιώνουμε, και ήμουν τόσο τυφλωμένη από έρωτα που δεν άκουγα κανέναν και τίποτα. Μου έλεγε ότι απλά μας ζηλεύουν και γι' αυτό τον σχολιάζουν. Μου έλεγε ότι με αγαπάει και ότι θα είμαστε μαζί για πάντα. Με έπεισε για αυτή τη πλαστή πραγματικότητα σε τέτοιο βαθμό που δεχόμουν να με κακομεταχειρίζεται και να με χτυπάει. Κάθε βράδυ θα έβγαινε και θα γυρνούσε βρωμώντας κρασί, βρίζοντας θεούς και δαίμονες και τραγουδώντας πρόστυχα τραγούδια που ακούς στις ταβέρνες κάτω στο λιμάνι. Η οικογένεια που μου είχε απομείνει απομακρύνθηκε. Με άφησαν μόνη μου, να τυφλώνομαι. Ήξερα πώς δεν προοριζόμουν για κάτι τέτοιο μα δεν μπορούσα να το δώ. Τον αγάπησα βαθιά, και μάλλον τον αγαπάω ακόμα.
Η περιουσία μου μειώθηκε τουλάχιστον στο μισό. Ξόδευε αλόγιστα σε άχρηστα αντικείμενα και σε παρακμιακή τέχνη. Νομίζω μάλιστα ότι τιμούσε πολύ συχνά το πορνείο που ήταν κοντά στις ταβέρνες. Είχε γυρίσει άπειρες φορές μυρίζοντας γυναικεία αρώματα και ήταν γεμάτος τρίχες. Ξανθές, κόκκινες και μερικές φορές άσπρες. Το ποτήρι έσπασε όμως, όταν προσπάθησε να βιάσει μια κοπελίτσα που είχα για καμαριέρα. Ο θόρυβος ακούστηκε από το κάτω πάτωμα, στην κουζίνα, γύρω στις 5 η ώρα το πρωί. Είχε μόλις γυρίσει και έψαχνε κάτι να φάει. Προφανώς κάτι που θα έκανε, προκάλεσε κάποιο δυνατό θόρυβο και ξύπνησε τους υπηρέτες που κοιμόντουσαν κάτω. Έστειλαν την μικρή περιμένοντας να βρούν κάποιο ποντίκι, ή τον σύζηγο μου, που κλασσικά πεινούσε τα ξημερώματα. Βρήκαν έναν φρενιασμένο άνδρα, ένα έξαλλο υποκείμενο με την τρέλα καλά κρυμμένη στα μάτια του. Της επιτέθηκε και την χτύπησε. Κατέβηκα κάτω τρέχοντας σαν τρελή, είπα στους υπηρέτες να μείνουν έξω από την κουζίνα και πήρα ένα τηγάνι. Τον χτύπησα στο κεφάλι. Ξανά και ξανά και ξανά. Βγήκα έξω πιο ήρεμη από ποτέ και τους ζήτησα να τον πετάξουν στο δρόμο. Έτσι και έγινε.
Το επόμενο πρωί συνειδητοποίησα ότι δεν μου είχε μείνει τίποτα. Βλέπετε, ώς άνδρας του σπιτιού, μου είχε απαγορεύσει να ασχολούμαι με τις οικονομικές υποθέσεις του οίκου. Μια ολόκληρη περιουσία ετών είχε χαθεί μέσα σε λίγους μήνες. Σπίτια και δικαιώματα είχαν ξεπουληθεί στο βωμό του ποτού. Για να ολοκληρωθεί το τόσο αναμενόμενο δράμα μου, μετά από ένα μήνα κατάλαβα ότι ήμουν έγγυος. Φυσικά και το παιδί ήταν δικό του! Για ποιά με περάσατε? Τέλος πάντων..την μέρα που το έμαθα, είχα μόλις πουλήσει τα οικόπεδα στους λόφους για μια μπουκιά ψωμί. Φυσικά πλέον δεν είχα υπηρέτες, ούτε και κανέναν να με συντηρήσει. Σκέφτηκα λοιπόν το αναμενόμενο. Περπάτησα ως την γέφυρα...και έπεσα κάτω. [Δυνατό, διαβολικό γέλιο] Καλό ε? Εσείς τι θα κάνατε? Θα γεννάγατε στους δρόμους σαν σκυλιά? 'Η θα πιάνατε δουλειά σαν πόρνη για να τα βγάλετε πέρα? 'Η ακόμα καλύτερα, μήπως θα πουλούσατε το παιδί σας?[Γέλια] Ε εγώ διάλεξα την πιο εύκολη και αποτελεσματική λύση. Έχω ακόμα την τιμή μου, και το όνομα μου. Μπορεί να πέθανα, αλλά πέθανα σωστά. Αυτή ήταν λοιπόν η ιστορία μου. Και, επιτρέψτε μου, τώρα πρέπει να γυρίσω στο πάρτυ!
[Χαιρετάει κόσμο ξανά, χορεύει, το ίδιο με πρίν, γελάει και έχει άτομα γύρω της που δεν υπάρχουν. Φώτα, ομιλίες και μουσική χαμηλώνουν ενώ εκείνη χάνεται στο σκοτάδι της σκηνής]
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου